Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Χριστιανισμός. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Χριστιανισμός. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 24 Απριλίου 2011

Η Ανάσταση του Κυρίου και η αποφυγή της οριστικής σταύρωσης της Κύπρου


Σήμερα, οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί σε όλο τον κόσμο με ευλάβεια γιορτάζουν την Ανάσταση του Ιησού Χριστού. Οι εορτασμοί της Αναστάσεως συνδυάζεται με διάφορα έθιμα που υπάρχουν σε κάθε περιοχή. Φέτος, η μεγαλύτερη γιορτή της θρησκείας μας έτυχε να συμπέσει με την 7η επέτειο από την απόρριψη του σχεδίου Ανάν από την συντριπτική πλειοψηφία του κυπριακού Ελληνισμού.

Στις 24 Απριλίου 2004, τα διάφορα ξένα κέντρα σε συνεργασία με διάφορους ντόπιους πιστούς τους ακόλουθους προσπάθησα να μετατρέψουν το κυπριακό κράτος σε ένα διζωνικό δικοινοτικό προτεκτοράτο της Βρετανίας και της Τουρκίας, καθιστώντας τους Έλληνες της Κύπρου στην ουσία πολίτες δεύτερης και τρίτης κατηγορίας! Αυτό όμως βρήκε αντίθετους το 76% των Ελλήνων της Κύπρου, οι οποίοι καταψήφισαν το σχέδιο στο δημοψήφισμα και το έστειλαν στον κάλαθο των αχρήστων, άσχετα αν στις μέρες μας κάποιοι προσπαθούν να το μαζέψουν από εκεί και να το επαναφέρουν στον λαό.

Στο δημοψήφισμα του 2004, ο κυπριακός Ελληνισμός στην ουσία απέτρεψε την οριστική σταύρωση του τόπου του και το ίδιο θα πράττει κάθε φορά που θα επιδιώκεται η εξόντωση του. Ο κυπριακός Ελληνισμός συνεχίζει δεν θα σταματήσει να παλεύει και να επιζητά την πραγματική απελευθέρωση των σκλαβωμένων εδαφών του από τον Αττίλα, το οποίο θα σημάνει και την ανάσταση για το πολύπαθο νησί μας.

ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ ΚΑΙ ΚΑΛΗ ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ ΜΑΣ!

Σάββατο 25 Δεκεμβρίου 2010

ΚΑΛΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ


Θα ήθελα να ευχηθώ σε όλους τους αναγνώστες του ιστολογίου καλά Χριστούγεννα και χρόνια πολλά! Μακάρι τα επόμενα Χριστούγεννα να τα γιορτάσουμε στις απελευθερωμένες κατεχόμενες εκκλησίες μας!

Κυριακή 4 Απριλίου 2010

Κυριακή 27 Δεκεμβρίου 2009

Χρόνια Πολλά


Χρόνια Πολλά σε όλους και μακάρι η Γέννηση του Θεανθρώπου να φέρει την λευτεριά και την αποκατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων όλων των Ελλήνων!!!

Δευτέρα 26 Οκτωβρίου 2009

Επέτειος Απελευθέρωσης της Θεσσαλονίκης

Σαν σήμερα, ανήμερα του Αγίου Δημητρίου το 1912 ο Ελληνικός στρατός κατάφερε να απελευθερώσει την Θεσσαλονίκη μετά από 500 σχεδόν χρόνια σκλαβιάς από τους Οθωμανούς (έτος κατάληψης της το 1430). Έτσι ο ένδοξος Ελληνικός Στρατός μετά τις πόλεις της Θεσσαλίας παρελαύνει και στην πρωτεύουσα της Μακεδονίας μας Θεσσαλονίκη κάνοντας όλους τους Έλληνες κατοίκους της να ζητωκραυγάζουν και να αποθεώνουν τα παλληκάρια μας. Ο στρατός μας συνέχισε την πορεία του και απελευθέρωσε στην συνέχεια και άλλες πόλεις της Μακεδονίας και της Θράκης μας.

ΥΓ. Η Παναθηναϊκή και Ελληνική Φωνή εύχεται σε όλους τους εορτάζοντες χρόνια πολλά και ευτυχισμένα. Πρόεδρε η ευχή απευθύνεται και σε σένα εφόσον τα ιδεολογικά σου σου επιτρέπουν να πιστεύεις στον Θεό.

Σάββατο 15 Αυγούστου 2009

Η Κοίμηση της Θεοτόκου




Η Κοίμηση της Θεοτόκου είναι μια Θεομητορική εορτή των Χριστιανικών Εκκλησιών, η οποία εορτάζεται στις 15 Αυγούστου. Στην Ελλάδα γιορτάζεται με ιδιαίτερη λαμπρότητα σε πολλά μέρη της χώρας, ονομάζεται δε και «Πάσχα του καλοκαιριού».

Κατά την παράδοση, όταν η Παναγία πληροφορήθηκε άνωθεν τον επικείμενο θάνατό της, προσευχήθηκε στο όρος των Ελαιών, ετοιμάστηκε και ανέφερε το γεγονός στους Αποστόλους. Επειδή κατά την ημέρα της κοίμησης δεν ήταν όλοι οι Απόστολοι στα Ιεροσόλυμα, μια νεφέλη τους άρπαξε και τους έφερε κοντά της. Την τοποθέτησαν στο μνήμα της Γεσθημανής. Μετά από τρεις μέρες ο τάφος ήταν άδειος. Η Παναγία ανελήφθη στους ουρανούς.

Κατά την παράδοση, είθισται περίοδος νηστείας για τη συγκεκριμένη εορτή, που καθιερώθηκε τον 7ο αιώνα. Αρχικά ήταν χωρισμένη σε δύο περιόδους, εκείνη πριν την γιορτή της Μεταμόρφωσης του Σωτήρα και εκείνη πριν της γιορτής της Κοίμησης της Θεοτόκου. Το 10ο αιώνα, συνενώθηκαν σε μια νηστεία που περιλαμβάνει 14 ημέρες και ξεκινά την 1η Αυγούστου. Κατά τη διάρκεια της συγκεκριμένης νηστείας, νηστεύεται το λάδι εκτός του Σαββάτου και της Κυριακής, ενώ στη γιορτή της Μεταμόρφωσης του Σωτήρα καταλύεται το ψάρι. Κατά τη γιορτή της Κοίμησης της Θεοτόκου καταλύονται τα πάντα, εκτός κι αν η γιορτή πέσει σε ημέρα Τετάρτη ή Παρασκευή, οπότε καταλύεται μόνο το ψάρι.

Σημείωση: Το Ιστολόγιο μας εύχεται χρόνια πολλά και ευτυχισμένα σε όλους τους εορτάζοντες...

Παρασκευή 29 Μαΐου 2009

Η ΠΟΛΙΣ ΕΑΛΩ




..... είπαν προφητείες και το πίστεψαν λαοί που έκλαψαν, σαν άκουσαν το «Πάρθεν, πάρθεν η πόλις πάρθεν».

Το ψιθύρισαν οι ταπεινωμένες γενιές του σκλαβωμένου έθνους, που θρήνησαν στα ερείπια: «της ούτω ελεεινώς εφθαρμένης, και πρώην καλλίστης των εν τη γη πόλεων της μιας και κοινής πατρίδος τω ελληνικώ γένει», όπως γράφει ο πατριάρχης Γεννάδιος «επί τη αλώσει της Πόλεως»· λιτά, τα λόγια αυτά συμπληρώνουν και εξηγούν τα τελευταία λόγια του δύστηνου αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Παλαιολόγου: «Η πόλις αλίσκεται κα’ μοι ζην έτι περιεστίν;». Δεν βρίσκεται ένας χριστιανός να μου πάρει το κεφάλι; Λόγια του πρώτου νεομάρτυρα του έθνους.

Το 657 π.Χ., ναυτικοί από τα Μέγαρα, υπό τον Βύζαντα, χτίζουν στην έσχατη άκρη της Ευρώπης το Βυζάντιο, εκεί όπου ο Βόσπορος ανοίγει και σχηματίζει τη θάλασσα του Μαρμαρά. Οι ακτές δεν ήταν άγνωστες στους Έλληνες αποίκους. Ο Βόσπορος βρίσκεται στο σταυροδρόμι δύο από τους μεγαλύτερους εμπορικούς δρόμους της Ιστορίας. Η σημασία της θέσης του Βυζαντίου δεν αργεί να γίνει αντιληπτή. Στον Πελοποννησιακό Πόλεμο, όλοι έστρεψαν τα βλέμματά τους προς το Βυζάντιο, γιατί εξουσίαζε την είσοδο της Μαύρης Θάλασσας, που οι βόρειες ακτές της ήταν ο σιτοβολώνας των Αθηνών. Ο Φίλιππος ο Μακεδών και ο γιος του, ο Μέγας Αλέξανδρος, κατάλαβαν ότι η κύρια πύλη της Ασίας ήταν το Βυζάντιο. Ρωμαίοι αυτοκράτορες, αντιθέτως, είχαν καταλήξει να βλέπουν την κραταιά στρατηγική του θέση σαν απειλή.

Στον δεύτερο, όμως, Λικινικό Πόλεμο του 322-323 μ.Χ., όταν ο Λικίνιος χρησιμοποίησε το Βυζάντιο για βάση όλης της εκστρατείας του εναντίον του Κωνσταντίνου, έπαθε πανωλεθρία, έχασε τον στόλο του στον Ελλήσποντο και τελικά ο στρατός του νικήθηκε στη Χρυσούπολη. Μετά την παράδοσή του δεν υπήρχε λόγος να αντισταθεί περισσότερο. Ο μεγάλος αντίπαλός του, όμως, ο Κωνσταντίνος, είχε προσέξει τη στρατηγική του θέση. Είδε ότι το Βυζάντιο είχε πολλές άλλες δυνατότητες. Μόλις λοιπόν τελείωσε ο πόλεμος έφερε αμέσως τοπογράφους και αρχιτέκτονες και το χτίσιμο άρχισε1.



Η ίδρυση

Η Κωνσταντινούπολη χτίστηκε σε παράλια ελληνόφωνα και ενσωμάτωσε μια αρχαία ελληνική πόλη. Ο Κωνσταντίνος, για να δώσει έμφαση στον ελληνισμό του, φρόντισε η νέα πρωτεύουσα του κράτους του να αποτελέσει το κέντρο των τεχνών και των γραμμάτων. Έχτισε βιβλιοθήκες, που τις γέμισε με ελληνικά χειρόγραφα. Ακόμη περισσότερο την κόσμησε με μουσεία που είχαν καλλιτεχνικούς θησαυρούς απ’ όλα τα μέρη της ελληνικής Ανατολής. Και στις 11 Μαΐου του 330, σε ειδική τελετή, έγιναν τα εγκαίνια της μεγάλης πόλης, της «Κωνσταντινούπολης-Νέας Ρώμης», την οποία αφιέρωσε στην Αγία Τριάδα και στη Μητέρα του Θεού.

Αξίζει να αναφέρουμε την αφιέρωση της Πόλης την ώρα των εγκαινίων της, όπως ανέγραψε ο Μέγας Κωνσταντίνος στην ιδρυτική στήλη της πόλης αυτής: «Σοι Χριστέ, κόσμου Βασιλεύς και δεσπότης, σοι προστίθημι τήνδε την δούλην πόλιν και σκήπτρα τήσδε και το παν Ρώμης κράτος φύλαττε ταύτην, σώζε δ’ εκ πάσης βλάβης»2.

Από τις 11 Μαΐου του 330, από τα εγκαίνια της Πόλης, ως τις 29 Μαΐου του 1453 (τη μέρα που με θέληση θεϊκή ανατράπηκε η φυσική τάξη), οριοθετούνται τα χρόνια της μεγαλοσύνης του Μεσαιωνικού Ελληνισμού. Ταυτόσημο το Βυζάντιο με την Κωνσταντινούπολη.

«Μέσα στην κατακερματισμένη δυτική, μεσαιωνική Ευρώπη, η Πόλη, η Νέα Ρώμη-Κωνσταντινούπολη, έμεινε πάνω από 1000 χρόνια η μοναδική, η νόμιμη κληρονόμος της Ρωμαϊκής παγκοσμιότητας. Αντιπροσωπεύοντας το ιδεώδες της πολιτικής και πνευματικής συνοχής υλοποιεί την οικουμενική υπόσταση της αυτοκρατορίας».

Ο Γάλλος φιλέλληνας κα λογοτέχνης Σατωβριάνδος, που γνώρισε την Πόλη, σημείωσε με θαυμασμό: «Δεν θα ήταν καθόλου υπερβολή να πει κανείς ότι η Κωνσταντινούπολις είναι η πιο όμορφη πινελιά του Σύμπαντος».

Αξίζει να αναφερθούμε στην Πόλη και στις καλλονές της, για να συνειδητοποιήσουμε τι σήμαινε και τι σημαίνει η Άλωσή της.

Ο κομψότατος εγκωμιαστής της, Μανουήλ Χρυσολωράς, σε πανηγυρικό του, ανάμεσα στα άλλα, αναφέρει: «Αν και τίποτε άλλο δεν θα είχαμε να πούμε, όμως θα θαυμάζαμε τη θέση της ανάμεσα στις δύο ηπείρους, την Ευρώπη δηλαδή και την Ασία, αλλά και η ένωσις των δύο θαλασσών, της βορείας και της μεσημβρινής, είναι θαυμαστή, ώστε από τη μια μεριά διά των ηπείρων, και από την άλλη διά των θαλασσών, ή καλύτερα και διά των δύο, να συνδέη σαν με ένα κοινόν σύνδεσμον και πάλι να αποκλείη μεταξύ τους –σαν να στέκεται πάνω σε πύλες– την οικουμένην και τα έθνη που φέρει επάνω της. Και τούτο –ότι εξουσιάζει δύο ηπείρους και δύο θάλασσες– δεν είναι μόνον χρήσιμον και ωραίον, αλλά δικαίως θα ενόμιζεν κανείς ότι είναι και βασιλικόν»3. Και ο σπουδαιότερος εγκωμιαστής της, ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, έγραψε: «Η νεώτερη Ρώμη, δηλαδή το Βυζάντιον, υπερέχει των άλλων πόλεων, όσον ο έναστρος ουρανός από την γην».

«Οπλοτέρη Ρώμη η προφέρουσα πολήων

Οσσάτιον γαίης ουρανός αστερόεις».

Αλλά ας παρακολουθήσουμε τη γραφίδα του Σκιαθίτη καλλιτέχνη του λόγου, του Αλέξανδρου Μωραϊτίδη, να μας παρουσιάζει το εξαίσιον θέαμα:

«Την είδον τόσαις φοραίς. Την είδον από της γης, την είδον από θαλάσσης. Και την εκαμάρωσα, ως καμαρώνουν οι νυμφαγωγοί την νύμφην εις τας νήσους. Και είναι όντως νύμφη η Πόλις, Νύμφη της Ανατολής, νύμφη του Γένους. Νύμφη του κύματος και των αφρών, και νύμφη των κήπων και των λειμώνων. Επάνω εις τους αφρούς και επάνω εις τα άνθη. Εκεί όπου, όπισθεν πλατάνων και κυπαρίσσων, εις τα χλοερά εκείνα τσαΐρια, ανελίσσεται όλη των ανθέων της η ποικιλία, από του ναρκίσσου και υακίνθου, μέχρι του γιασεμιού και των ρόδων· εκεί όπου ο δινήεις Βόσπορος σχηματίζει την παιγνιώδη εκείνην αναφοράν του, όταν το ρεύμα του Ευξείνου το ολόδροσον έρχεται να φιλήση του Γένους την νύμφην και βασίλισσαν...

»Την είδον από θαλάσσης· την είδον από ξηράς. Από θαλάσσης αναπαυομένην υπό τας αμφιλαφείς σκιάς αιωνοβίων πλατάνων, με υψηλούς μαύρους δορυφόρους κύκλω, την υψιτενή παράταξιν των σιωπηλών και ακινήτων κυπαρίσσων.

»Και από ξηράς αναδυομένην εκ των κυμάτων, την ώρα την γλυκείαν της αυγής, με ένα βαθύχρουν τεφρόν πέπλον σκεπασμένην, τον οποίον σιγά σιγά επανεγείρει η Ανατολή με τας ροδίνους αβράς χείρας της, ίνα αναφανή εις τον κόσμον το υπερφυές θέαμα ναών και παλατίων... αναμμένην θαρρείς, εν θεατρική φωταγωγία εορτής, εις τα υαλώματα και τους χρυσούς ορόφους, επί των οποίων προσήναψε πυρσούς χαράς ο ήλιος. Και πλέουν τότε μέσα εις το πέλαγος φωτός, εξαισίως πανηγυρικού, συνοικισμοί απέραντοι, λόφοι κεκαλυμμένοι με κατοικίας, και ακταί με παλάτια βασιλικά και μέγαρα αρχόντων. Πέλαγος οικιών και κύματα παλατίων και ναών και τζαμίων».

Και προσθέτει ο Μωραϊτίδης: «Αφορμή της κτίσεως υπήρξεν εν όνειρον, μία οπτασία. Και εν όνειρον και μίαν οπτασίαν εκληροδότησε, κτισθείσα εις το Γένος. Άγγελοι την ζωγράφησαν και άγγελοι εχάραξαν το σχέδιόν της, το οποίον έκτοτε υπάρχει χαραγμένον με χρυσάς γραμμάς εις τα φυλλοκάρδια του Γένους».

«Όλες οι πολιτείες θα χαθούν, μα όσο υπάρχουν άνθρωποι η Κωνσταντινούπολη θα μείνει αθάνατη», έγραφε τον 16ο αιώνα ο Γάλλος φυσιοδίφης Πιερ Ζιλ, όταν αντίκρυσε τη Βασιλεύουσα4.

Ο Μέγας Κωνσταντίνος στην πορεία του προς Νότον, εναντίον του Μαξεντίου, όταν το μέλλον του ήταν σε κίνδυνο, αυτός και όλος ο στρατός του, είδαν ένα όραμα. Ένα λαμπρό σταυρό στον ουρανό, με την επιγραφή: «Εν τούτω νίκα». Την ίδια νύχτα ο Χριστός βεβαίωσε το όραμα στο όνειρο του αυτοκράτορα. Αυτό συγκλόνισε τον Κωνσταντίνο, που υιοθέτησε για έμβλημά του το λάβαρο με τον σταυρό και κάτω από αυτή τη σημαία οδήγησε τον στρατό του στη νίκη. Όπως φαίνεται από τα νομίσματα και τα διατάγματά του, ο Κωνσταντίνος είχε ταχθεί αναφανδόν υπέρ του Χριστιανισμού και υπερμαχούσε γι’ αυτόν όπως αποδείχθηκε και σε περίοδο αιρέσεων. Γι’ αυτό θεωρήθηκε από όλους Ισαπόστολος, ο δέκατος τρίτος απόστολος. Το αποκορύφωμα της υποστήριξης του Χριστιανισμού υπήρξε η αποστολή της μητέρας του, Αγίας Ελένης, στα Ιεροσόλυμα, όπου με θαυματουργική βοήθεια, βρήκε την ακριβή θέση του Γολγοθά, έβγαλε από τη γη τον Τίμιο Σταυρό, τους σταυρούς των ληστών, τη λόγχη, τον σπόγγο, τον ακάνθινο στέφανο και ό,τι άλλο σχετίζεται με τα Θεία Πάθη. Ο Κωνσταντίνος συνάθροισε πληθυσμό στη Βασιλεύουσα από όλα τα μέρη της αυτοκρατορίας παρέχοντας πολλά προνόμια και ο βυζαντινός λαός, ζωηρός, χαρούμενος, με όλα τα προσόντα και ελαττώματα της ρωμαίικης φυλής, εξέφραζε μέσα από τα τραγούδια του τη χαρά, το φως, την ελπίδα για τη ζωή και τη διάθεση συγκερασμού εσωστρέφειας και εξωστρέφειας, δύο στοιχεία που τον συνόδευαν στη ζωή του, λόγω της διπλής του ιδιότητας, να είναι Έλληνας και Ορθόδοξος.

«Βασιλεύουσα»

Ο όρος «Βασιλεύουσα» δεν χαρακτήριζε μόνο την Κωνσταντινούπολη ως «έδρα της Βασιλείας των Ρωμαίων», αλλά τη μόνη που βασίλευε και από την οποία εκπορευόταν η τάξη, η δικαιοσύνη, η φιλανθρωπία. Η «Βασιλεύουσα» υπήρξε η έδρα της φιλανθρωπίας, με τη βαθύτερη σημασία του όρου: Αγάπη για τον άνθρωπο.

Το «Τυπικό» του Μιχαήλ Ατταλειάτη είχε προβλέψει την ίδρυση ασύλου στη Ραιδεστό και τη διανομή αγαθών ως ελεημοσύνη στους φτωχούς της Κωνσταντινούπολης. Στη Μονή του Παντοκράτορος ιδρύθηκε τον 12ο αιώνα ένα νοσοκομείο με πενήντα κρεβάτια. Είχε ιατρικό προσωπικό από εξήντα άτομα, πέρα από το διοικητικό και βοηθητικό. Υπήρχε αίθουσα παροχής ιατρικών συμβουλών με πέντε τμήματα, το καθένα για διαφορετικό τύπο ασθενειών και υπό την επίβλεψη γιατρών και βοηθών με πλήθος νοσοκόμων. Η πολιτική θεωρία των Βυζαντινών για το «φιλάνθρωπον» του αυτοκράτορα και το «νοσοκομείν τους πάσχοντας» αποτελεί πρώτιστον καθήκον της Εκκλησίας της Κωνσταντινούπολης και φιλοσοφία με βάση την οποία οργανώθηκαν και λειτούργησαν όλα τα ιδρύματα της Πόλης. Η παράδοση συνεχίστηκε και μετά την Άλωση. Μέχρι σήμερα η Εκκλησία της Βασιλεύουσας εξακολουθεί να «νοσοκομεί τους πάσχοντας».

Τα εξωτερικά επίσης στοιχεία του αυτοκρατορικού μεγαλείου, (κοσμήματα περίτεχνα, ενδύματα πολυτελή, εικόνες και λάβαρα, σημεία και σύμβολα, η πορφύρα), όλα προκαλούσαν σεβασμό και δέος.

Ο Πατριαρχικός Θρόνος, με τη λήξη του έτους, στέλνει δυναμικό μήνυμα αγάπης που ξεπηδά από το σπήλαιο της Γέννησης. Κι ο αυτοκράτορας, την ημέρα των Χριστουγέννων, σε μία από τις αίθουσες ακροάσεως του Μεγάλου Παλατίου, μπροστά σε συγκέντρωση επισήμων, έδινε σε αξιωματούχους τα «υπατικά δίπτυχα», δηλαδή διπλώματα και διακρίσεις σε εγχάρακτες πλάκες από ελαφαντόδοντο. Ήταν μια κίνηση που συμβόλιζε την κίνηση του Θεού προς τον άνθρωπο. Ο νεογέννητος Χριστός τιμά με τη σάρκωσή Του τον άνθρωπο και του δίνει τη διάκρισή του. Του δίνει τη δυνατότητα να θεωθεί.

Αυτό το ίδιο το αυτοκρατορικό νόμισμα, χάρη στον ατόφυο χρυσό, αλλά κυρίως χάρη στην επιγραφή και στις παραστάσεις που το κοσμούσαν, διαλαλούσε απανταχού της γης (παγκόσμια ήταν η κυκλοφορία του), τα θεμελιώδη γνωρίσματα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, το θεοπρόβλητο δηλαδή του αυτοκράτορα (στο νόμισμα εικονίζεται ο Χριστός ή ο άγγελός του να στέφει τον βασιλέα) και το απέραντο στον χώρο και στον χρόνο της εξουσίας, που μόνο το Βυζάντιο κληρονόμησε από τη Ρώμη. Η ρήση «όπου αυτοκράτορας εκεί η Ρώμη» μεταφράζεται στο Βυζάντιο, όπου η εικόνα του αυτοκράτορα, εκεί η ρωμαϊκή κυριαρχία. Στα μέσα του 7ου αιώνα, αναφερόμενος στα όρια του Βυζαντίου, ο Ιάκωβος ο Νεοφώτιστος, γράφει: «Από του Ωκεανού τουτέστι της Σκοτίας και Βρετανίας και Φραγγίας... έως Περσίδος και πάσης Ανατολής και Αιγύπτου και Αφρικής και άνωθεν, τα όρια των Ρωμαίων έως σήμερον και αι στήλαι των βασιλέων αυτών διά χαλκών και μαρμάρων φαίνονται...». Το βυζαντινό νόμισμα ταξίδεψε παντού στη γη. Έναν αιώνα πριν από τον Ιάκωβο, ένας άλλος απλός μοναχός, ο Κοσμάς ο Ινδικοπλεύστης (χρωστά το όνομά του στο ταξίδι του στον Ινδικό Ωκεανό), δηλώνει για τους Βυζαντινούς ότι «εν τω νομίσματι αυτών εμπορεύονται πάντα τα έθνη, και εν παντί τόπω απ’ άκρου γης έως άκρου γης δεκτόν εστι θαυμαζόμενον παρά παντός ανθρώπου». Ορθοδοξία και αυτοκρατορία «Imperium και Sacerdotium» υπήρξαν οι καταβολές της οικουμενικότητας και παγκοσμιότητας του Βυζαντίου, που είχε ουράνια διάσταση.

Κατά τον τίτλο της «Επαναγωγής», ο αυτοκράτορας ήταν «των όντων... η φυλακή και ασφάλεια, των απολωλότων η ανάληψις, των απόντων η ανάκτησις».

Και η αυτοκρατορική αμφίεση, όπως γράφει ο Κωνσταντίνος ο Πορφυρογέννητος, δηλώνει ότι: «Τους τε μαγίστρους και πατρικίους εν τύπω χρηματίζων των Αποστόλων, τον τε χρηστόν βασιλέα, κατά το εφικτόν, αναλογούντα τω Θεώ». Τη μίμηση Θεού επιδιώκουν συμπληρωματικά και κάποτε αντίμαχα στο Βυζάντιο ο αυτοκράτορας και ο πατριάρχης, καθένας στα πλαίσια της δικαιοδοσίας του (ο κόσμος των σωμάτων για τον αυτοκράτορα, ο κόσμος των ψυχών για τον πατριάρχη) ένα είδος «Χριστοτοποτηρητή».

'Ετσι έμεινε αθάνατη η Ρωμανία, που σύμφωνα με το ποντιακό τραγούδι "και πεθαμένη ακόμη ανθίζει". Το βυζάντιο δημιούργησε πολιτισμό, που καταύγασε και εκπολίτισε την Οικουμένη. Με ανώτερη και ανώτατη παιδεία, με άριστα οργανωμένο κρατικό μηχανισμό, με οικονομική πολιτική, βιομηχανία, ναυτιλία, εξωτερικό εμπόριο, κοινωνικ΄ξ πρόνοια, γράμματα και τέχνες.

Ιδανικό του κάθε Βυζαντινού πολίτη ήταν η μόρφωση. Την απαιδευσία, την έλλειψη πνευματικής καλλιέργειας, τη θεωρούσαν οι Βυζαντινοί ατύχημα και συμφορά. Το πρώτο πράγμα που διδασκόταν ένα παιδί, όταν γινόταν έξι χρόνων, ήταν η γραμματική ή «το ελληνίζειν την γλώσσαν». Τον 11ο αιώνα, επί αυτοκράτορα Αλεξίου Κομνηνού, τα σχολεία ήταν ανοιχτά και προσιτά σε όλα τα παιδιά, ανεξάρτητα από εθνικότητα και κοινωνική τάξη των γονέων τους. Ο κορυφαίος φιλόσοφος Μιχαήλ Ψελλός, στην ηλικία των 14 ετών είχε την ικανότητα να απαγγέλλει Ιλιάδα από μνήμης. Με τη γραμματική οι νέοι μάθαιναν ρητορική, φιλοσοφία, και τέσσερις τέχνες, την αριθμητική, τη γεωμετρία, τη μουσική και την αστρονομία. Μπορούσαν επίσης να διδαχθούν νομικά, ιατρική, φυσική και από δασκάλους κληρικούς, θρησκευτικά. Οι μορφωμένοι και λόγιοι κάτοικοι της Κωνσταντινούπολης χρησιμοποιήθηκαν ποικιλοτρόπως από το Οθωμανικό κράτος.

Το Βυζάντιο εκπολίτισε και έβγαλε από τη βαρβαρότητα χώρες ολόκληρες. Η επικαιρότητα του έργου των Κυρίλλου και Μεθοδίου διαφαίνεται και από την «ες αεί» θεμελίωση της χριστιανικής θρησκείας και γραφής. Οι Άγιοι αυτοί έφεραν την κωνσταντινουπολίτικη ακτινοβολία ως την κεντρική Ευρώπη δηλαδή τη Μοραβία, ως τα βάθη του Πόντου (η αναφορά εδώ είναι στο έργο του Κυρίλλου προς τους Χαζάρους και για τον πρώτο εκχριστιανισμό των Ρώσων).

Ο Κύριλλος και ο Μεθόδιος έδωσαν στους Σλάβους τα χριστιανικά φώτα και πρώτοι έφεραν τα σύνορα της οικουμενικής εκκλησίας της Κωνσταντινούπολης πέρα από τα σύνορα της τότε παγκόσμιας αυτοκρατορίας του Βυζαντίου.

Η ευόδωση της προσπάθειας του πατριάρχη Φωτίου προς τους λαούς του Πόντου θα συμπληρωθεί έναν αιώνα αργότερα από την προσπάθεια που θα καταβάλει ο πατριάρχης και μαζί αντιβασιλέας, Νικόλαος ο Μυστικός. Αυτός εδραίωσε τον χριστιανισμό των Αλανών και Αβασγών, των λαών δηλαδή που οι απόγονοί τους ζουν στις παρυφές του Καυκάσου και σχηματίζουν σήμερα μαζί με τους Αρμενίους το ακραίο προπύργιο της Χριστιανοσύνης. Η νοητή γραμμή που διασχίζει την Αδριατική από τις δαλματικές ακτές και κάτω, ως τη μεγάλη Σύρτη, ως την Κυρηναϊκή: Την περιοχή δηλαδή που στάθηκε με τη σειρά της ως την αραβική κατάκτηση (τέλος 7ου αιώνα) ακραίο φυλάκιο ελληνοσύνης και ενδόξου βυζαντινισμού, όπως θα έλεγε ο Καβάφης.

Η Βενετία, εδώ και πεντακόσια χρόνια, είναι ένα άλλο Βυζάντιο, χάρη στους Βυζαντινούς. Η Ευρώπη σε στιγμές αυτοσυνειδησίας ομολογεί ότι οφείλει τον πολιτισμό της στο Βυζάντιο.

Η ακτινοβολία της Βασιλεύουσας με τους θόλους και τα αετώματα, τις χρωματιστές ψηφίδες, που αποτελούν το φόντο στις μικρογραφίες των ιστορημένων χειρογράφων, μας δίνουν μια εικόνα λαμπρή, αν και οι Βυζαντινοί αρχιτέκτονες φύλαγαν τις ωραιότερες δημιουργίες τους για τα εσωτερικά.

Αλλά όταν ακούμε για Κωνσταντινούπολη, ο νους πάει στο αιώνιο σύμβολό της, την Αγιά Σοφιά, «το μέγα μοναστήρι με τα τετρακόσια σήμαντρα και τις εξήντα δυο καμπάνες».

Ένας περιηγητής του 12ου αιώνα γράφει: «Δεν υπάρχει άλλη πολιτεία στη Γη που να μπορεί να συγκριθεί με την Κωνσταντινούπολη. Εδώ βλέπει κανείς τον περίφημο ναό της Αγίας Σοφίας... Ο αριθμός των ναών είναι ίσος με τον αριθμό των ημερών του χρόνου. Οι θησαυροί, όμως, της Αγίας Σοφίας είναι αναρίθμητοι... Κι έτσι έχει γίνει σπουδαίος ναός, που δεν υπάρχει ομοιός του στον κόσμο»5. Όμως ο Μάιος, ο ωραιότερος ίσως μήνας του έτους, φέρνει στη σκέψη μνήμες οδυνηρές, αφού είναι ο μήνας της Άλωσης της «Βασιλίδος των Πόλεων». Ο μήνας κατά τον οποίο ο Μωάμεθ Β’ εξεπόρθησε βίαια τη Βασιλεύουσα.

Ο Κωνσταντίνος, ο υιός της Ελένης, ίδρυσε την Κωνσταντινούπολη, και πάλιν επί Κωνσταντίνου του Παλαιολόγου, δυστυχούς βασιλέως, Ελένης υιού και αυτού, «Η πόλις εάλω και εις εσχάτην δουλείαν τε και κακοδαιμονίαν κατήχθη», κατά τον Κριτόβουλον τον Ίμβριον.

Ο Κωνσταντίνος ο Παλαιολόγος ήλθε στον κόσμο σε καιρό που το Βυζάντιο ψυχορραγούσε και δεν ήταν πια στις δόξες του. Γιος του Μανουήλ Παλαιολόγου και της Ελένης, ήταν ο πιο αγαπημένος του λαού μέσα στα τέσσερα αδέλφια του, γιατί ήταν στολισμένος με αρετές υψηλές. Καλόγνωμος και μετρημένος στη ζωή, ανδρείος, με ταπείνωση, πράος, με θεοσέβεια, πονόψυχος, γλυκομίλητος, στολισμένος με σεμνότητα και υπομονή πολλή. Γι’ αυτό σύσσωμος ο λαός τον διάλεξε, όταν πέθανε ο Ιωάννης Παλαιολόγος. Δεν θέλησε να γίνει η στέψη του στην Αγιά Σοφιά, με πανηγυρισμούς και τυμπανοκρουσίες, γιατί οι καιροί ήταν δύσκολοι και το βασίλειο είχε φτωχύνει. Στέφθηκε βασιλιάς στον Άη Δημήτρη, στον Μυστρά, και σαν έφθασε στην αγαπημένη του Πόλη, ύπνο δεν έδωκε στα μάτια του, στα τέσσερα χρόνια που βασίλεψε6.

Όσα λέγει όταν ακούει τις προτάσεις του Μωάμεθ να παραδώσει την Πόλη, συμπυκώνονται στην ηρωική του απάντηση: «...το δε την πόλιν σοι δούναι ούτ’ εμόν εστί ούτ’ άλλου των κατοικούντων εν ταύτη· κοινή γαρ γνώμη πάντες αυτοπροαιρέτως αποθανούμεν και ου φεισόμεθα της ζωής ημών», κατά τον ιστορικό της Άλωσης, Δούκα.

Κατά τον ίδιο ιστορικό, να πώς πεθαίνει ο Κωνσταντίνος, πραγματοποιώντας όσα παρήγγειλε στον Μωάμεθ: «ο βασιλεύς ουν απαγορεύσας εαυτόν, ιστάμενος βαστάζων σπάθην και ασπίδα, είπε λόγον λύπης άξιον –«ουκ έστι τις των Χριστιανών τού λαβείν την κεφαλήν μου απ’ εμού;» – ην γαρ μονώτατος απολειφθείς. Τότε εις των Τούρκων, δους αυτώ κατά πρόσωπον και πλήξας, και αυτός τω Τούρκω ετέραν εχαρίσατο· των όπισθεν δ’ έτερος καιρίαν δους πληγήν, έπεσε κατά γης· ου γαρ ήδεισαν ότι ο βασιλεύς εστιν, αλλ’ ως κοινόν στρατιώτην τούτον θανατώσαντες αφήκαν».

Αγωνίστηκε μέχρις εσχάτων «σαν τον ποιμένα τον καλό», που θυσιάζει την ψυχή του για τα πρόβατα.

Ο ιστορικός Α. Α. Βασίλιεφ αναφέρει ότι ο πατριάρχης, το πλήθος των ιερέων, ο αυτοκράτορας και οι ευγενείς παρακολούθησαν την τελευταία χριστιανική ακολουθία στον ναό της Αγίας Σοφίας. Ο αυτοκράτορας και η ακολουθία του μετέλαβαν των Αχράντων Μυστηρίων και αποχαιρέτησαν τον πατριάρχη. Η ιερή Ακολουθία, στην πραγματικότητα, ήταν μία επιθανάτια λειτουργία. Στιγμή από τις πιο τραγικές της ιστορίας.

Στη συνέχεια, στιγμή φοβερή! Ο Κωνσταντίνος αποκρούει επί τέσσερις ώρες μεγάλες εφόδους. Πίστευε ότι θα κατισχύσει της επιμονής του Μεχμέτ Β’, όταν βλέπει απροσδόκητα τους εχθρούς να εισβάλλουν στα τείχη και να τον περικυκλώνουν από παντού. Όρμησε ηρωικά στο πυκνότερο στίφος των αντιπάλων, αγωνιζόμενος ως ο έσχατος των στρατιωτών7 και το «αίμα έρρεε ποταμηδόν εκ των ποδών και των χειρών», λέγει ο Φραντζής. Ο Κωνσταντίνος έπεσε ηρωικώς μαχόμενος, όπως και η Πόλη. «Η Κερκόπορτα», εκείνη τη στιγμή, «ένας κόκκος άμμου, έκρινε την ιστορία του κόσμου». Στις 29 Μαΐου 1453, ένας πολιτισμός σαρώθηκε αμετάκλητα (...).

Στ’ αυτιά φθάνει ο ιστορικός απόηχος του θρήνου του αυτόπτη ιστορικού της Άλωσης Δούκα:

«Ω πόλις, πόλις, πόλις πόλεων πασών κεφαλή! Ω πόλις, πόλις, κέντρον των τεσσάρων του κόσμου μερών! Ω πόλις, πόλις, Χριστιανών καύχημα και βαρβάρων αφανισμός! Ω πόλις, πόλις, άλλη παράδεισος φυτευθείσα προς δυσμάς, πού σου το κάλλος, παράδεισε; πού σου η χαρίτων του πνεύματος ευεργετική ρώσις ψυχής τε και σώματος;...». Έπεσε ένα από τα πλέον ισχυρά προπύργια κατά της βαρβαρότητας.

Κι ο άλλος αυτόπτης μάρτυς της Άλωσης, ο ιστορικός Γεώργιος Φραντζής, που είδε από κοντά τις φρικιαστικές στιγμές, γράφει: «Τις διηγήσεται τους τε κλαυθμούς και θρήνους; ει και εκ ξύλου άνθρωπος ή και εκ πέτρας ην, ουκ ηδύνατο μη θρηνήσαι!». «Ω, φρίξον ήλιε! Ω, στέναξον γη! Εάλω η Πόλις...!»

Ο ιστορικός της Άλωσης, Μιχαήλ Κριτόβουλος ο Ίμβριος, μας έδωσε τη σκηνή της εισόδου του σουλτάνου Μωάμεθ Β’ του Πορθητή στην Πόλη, μετά την κατάληψη και καταστροφή της: «Ο δε βασιλεύς, γράφει, μετά ταύτα εισελθών εις την πόλιν, κατεθεάτο το μέγεθος και την θέσιν αυτής, την τε λαμπρότητα και καλλονήν, το τε πλήθος και μέγεθος και κάλλος των τε ναών και των δημοσίων οικοδομημάτων, των τε ιδιωτικών οικιών και κοινών και των εν δυνάμει όντων...

»Εώρα δε και το πλήθος των απολλυμένων και την ερήμωσιν των οικιών και την παντελή φθοράν αυτής και τον όλεθρον· και οίκτος αυτόν ευθύς εσήει και μετάμελος ου μικρός της απωλείας τε και διαρπαγής και δάκρυον αφήκε των οφθαλμών, και μέγα στενάξας τε και περιπαθείς, “οίαν, έφη, πόλιν εις διαρπαγήν και ερήμωσιν εκδεδώκαμεν;” ούτως έπαθε την ψυχήν».

Η Πόλη και στην έσχατη ταπείνωσή της είχε ομορφιά, που έκανε τους νικητές να λυπούνται και να μεταμελούνται, γιατί ταπείνωσαν μια πολιτεία «καλλονή», γνωστή σ’ Ανατολή και Δύση. Όμως, ας μη μείνουμε στον θρήνο για την Άλωση. Η Βασιλεύουσα ζει! Χιλιάδες οι επιστήμονες, Βυζαντινολόγοι και ιστορικοί σ’ όλο τον πλανήτη, μελετούν τον πολιτισμό της, τα πνευματικά της δημιουργήματα. Ζει με τα λογοτεχνικά και υμνογραφικά της κείμενα, με τα ψηφιδωτά, τις τοιχογραφίες, τον κοσμητικό της πλούτο. Αναρίθμητα τα βυζαντινολογικά συνέδρια σ’ Ανατολή και Δύση, σε Βορρά και Νότο. Από τον Βόρειο Πόλο, από τη Φινλανδία, όπου οι Μονές Βάλαμο και Λίντουλα αποτελούν κέντρα βυζαντινών ερευνών, μέχρι τη Βενετία που είναι κατά γενικήν ομολογία «ένα άλλο Βυζάντιο».



ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

1. Βλ. Σχετικά. Στήβεν Ράνσιμαν: Βυζαντινός Πολιτισμός, μετάφραση Δέσποινας Δετζώρτζη. Αθήνα 1969. σ. 13-15.

2. Βλ. Ελένη Arweiller-Γλύκατζη. Παγκοσμιότητα και επικαιρότητα του Βυζαντίου, έκτακτος συνεδρία της 29 Μαΐου 1992. Πρακτικά της Ακαδημίας Αθηνών: τ. 67(1992) τεύχ. 1. εν Αθήναις 1992. σ. 453-454.

3. Βλ. Περιοδικόν «Η ΔΡΑΣΙΣ ΜΑΣ», τεύχος 359. Ιούνιος, Ιούλιος, Αύγουστος 1998. σ. 196.

4. Κωνσταντινούπολη η Βασιλεύουσα. Ημερολόγιο 1997, εκδόσεις Μίλητος. Αθήνα 1997. χ.α.σ.

5. Κ. Σιμόπουλος, Ξένοι ταξιδιώτες στην Ελλάδα. τ.Α’. Αθήνα 1984. σ. 2251.

6. Βλ. Νικ. Τωμαδάκη, ο.π. όπου Κριτόβουλος ο Ίμβριος, σ. 130.

7. Κ. Παπαρρηγόπουλος. «Ιστορία του Ελληνικού Έθνους». Βιβλίον ΙΓ’ σελ. 454-455.

ΤΟ ΔΙΑΒΑΣΑΜΕ ΣΤΟ http://www.istoria.gr/may03/ealo.htm

Κυριακή 19 Απριλίου 2009

ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ

σε όλους τους Έλληνες!

Είθε η ανάσταση του Κυρίου να φέρει την πολυπόθητη ανάσταση στα δύο αλύτρωτα άκρα του Ελληνισμού, την Κύπρο και την Βόρειο Ήπειρο... Ευχή όλων μας του χρόνου να ψάλλουμε το Χριστός Ανέστη και στην Αγία Σοφία.

Σάββατο 18 Απριλίου 2009

Πάσχα, των Ελλήνων Πάσχα

18/04/2009 | ΤΟΥ ΑΔΩΝΗ ΠΑΛΛΗΚΑΡΙΔΗ


Η χαρά του Πάσχα και της Ανάστασης πνίγονται μέσα στις αναμνήσεις και τις θύμησες των χαμένων πατρίδων. Θεία Ανάσταση και ο τόπος μετρά μέρες και ώρες σκλαβιάς και άτεγκτης, ψυχρής, ανάλγητης στάσης των ισχυρών της γης για το άδικο που έγινε στην πατρίδα.

Η Κύπρος είναι έτοιμη για να γιορτάσει το Πάσχα, τηρώντας ήθη, έθιμα και παραδόσεις. Η Ανάσταση του Κυρίου λειτουργεί ως σύμβολο ελπίδας για το λαό μας, που προσδοκά και στην ανάσταση της πατρίδας. Πέρασαν 35 χρόνια κατοχικής νύκτας στη βόρεια πλευρά της πατρίδας και ο τόπος μοιάζει σήμερα αγνώριστος. Η χαρά του Πάσχα και της Ανάστασης πνίγονται μέσα στις αναμνήσεις και τις θύμησες των χαμένων πατρίδων. Η Μεσαορία, η Μόρφου, η Αμμόχωστος, η Καρπασία στενάζουν κάτω από την μπότα του βάρβαρου εισβολέα και των επιγόνων του. Θεία Ανάσταση και ο τόπος μετρά μέρες και ώρες σκλαβιάς και άτεγκτης, ψυχρής, ανάλγητης στάσης των ισχυρών της γης για το άδικο που έγινε στην πατρίδα.
Στην κυπριακή ύπαιθρο περισσότερο παρά στις μεγάλες πόλεις διασώζονται τα έθιμα του χθες που κάνουν αυτές τις μέρες να ξεχωρίζουν.


Καλοψημένες φλαούνες

Κατευθείαν από την αρχαία ελληνική παράδοσή μας έρχονται οι φλαούνες, που εκείνα τα χρόνια τις έλεγαν μιζιθρόπιτες, γράφει ο αείμνηστος λαογράφος μας Αντρέας Ρουσιουνίδης. Δείγμα κι αυτό της συνέχειας του Ελληνισμού στα χώματα της Κύπρου. Αχνιστές φλαούνες, κουλούρια και τσουρέκια βγήκαν αυτές τις μέρες από τους φούρνους. Η «Σημερινή» μεταφέρει εικόνες ζωής και παράδοσης από όλη την ελεύθερη Κύπρο. Κάνει τους συνειρμούς και θυμίζει στους νεότερους ότι η πατρίδα δεν τελειώνει στα οδοφράγματα. Πολλές ελληνικές κυπριακές πατρίδες αναμένουν απελευθέρωση. Πέραν των 550 εκκλησιών μας βρίσκονται συλημένες και ερειπωμένες και δεν θα ακουστεί σ’ αυτές η ψαλμωδία της Αναστάσεως και ο καλός λόγος.
Στις πόλεις και τα χωριά της Κύπρου συνεχίζεται ακόμη η παράδοση των πασχαλινών εθίμων, που γίνονται σε διάφορες εκδοχές από τόπο σε τόπο.
Πολλά από αυτά μοιάζουν με τα έθιμα, που απαντώνται στον ευρύτερο ελληνικό χώρο, στην ελεύθερη δηλαδή Ελλάδα και στη δική μας μικρή Ελλάδα, την ημικατεχόμενη και αιμάσσουσα Κύπρο.
Όσο κι αν τα πασχαλινά έθιμα έχουν ξεθωριάσει μέσα στο χρόνο, διατηρούν ακόμη ακτινοβολία από τη χθεσινή τους αίγλη. Η ηθοπλασία του Πάσχα ήταν πάντα πολύ ζωντανή σε όλα τα κυπριακά αγροτικά σπίτια του χθες. Σήμερα η παράδοση μεταλαμπαδόθηκε στη νέα γενιά, που διατηρεί τη διάθεση να δημιουργήσει εικόνες οικογενειακής ανάτασης όπως της έφτιαχνε το Πάσχα του χθες.
Οι νοικοκυρές, παρά τον κάματο και τις δυσκολίες της καθημερινότητας, έβρισκαν το χρόνο να κάνουν τα σπίτια τους να λάμπουν. Οι μεγαλύτεροι θυμούνται ακόμη το ασπρόγιασμα του σπιτιού με ασβέστη. Μια μέθοδος καθαριότητας και λευκάδας, που είχε και πολύ καλά προστατευτικά αποτελέσματα από τα διάφορα μικρόβια.


Η... γλυκιά ταλαιπωρία των οικοκυρών

Στις δύσκολες μέρες του χθες η νοικοκυρά είχε να κάνει χίλια δυό τις παραμονές του Πάσχα και την Αγία Εβδομάδα. Νωρίς νωρίς έπρεπε να σηκωθεί με το φεγγάρι και να πάει στις υδρορροές του χωριού για να γεμίσει το σταμνί στάλα στάλα. Μετά από πολλές διαδρομές γέμιζε το πιθάρι για να έχει το σπίτι νερό για το Πάσχα. Για το καθάρισμα του σπιτιού, το λούσιμο των παιδιών και των μεγάλων και για τα μαγειρέματα και τα ζυμώματα.
Οι άντρες και τα παιδιά βοηθούσαν τις γυναίκες που δέχονταν το μεγαλύτερο βάρος της προετοιμασίας, για την άρτια υποδοχή της Ανάστασης.
Βέβαια, αυτές τις μέρες τα παλιά καφενεία ήταν στις δόξες τους. Το Βασιλούδι στην Κρήτου Τέρα και στο Γουδί τραγουδούσε την πασχαλιά με τσιαττιστά και έπαιζε γλυκόηχα το βιολί του. Δεν υπήρχε πιο όμορφη εικόνα του χθες να ακούς τους αυτοδίδακτους σχεδόν βιολάρηδες να συντροφεύουν τις όμορφες εικόνες των χωρικών που συναδελφώνονταν στα καπηλειά. Ο ήχος από το βιολί και τα τσιαττιστά έφτανε μέχρι τους φούρνους που γίνονταν οι άρτοι, τα κουλούρια και οι φλαούνες της Ανάστασης. Οι νοικοκυρές ιδρωμένες, κουρασμένες αλλά ευτυχισμένες περίμεναν τον καλό τους και τα παιδιά, για να διαβάσουν στο πρόσωπο τους την ευτυχία για τα σπιτίσια εδέσματα που έφτιαξαν. Οι οικογένειες ήταν οικογένειες τότε και τα ρήγματα στις σχέσεις των ανθρώπων μικρότερα. Υπήρχε ισχυρός συμβολισμός αγάπης και η πατρίδα εξέπεμπε αυτοπεποίθηση και χαμόγελο. Ίσως η εισβολή γκρέμισε μέσα στην ψυχή μας την πίστη στις αξίες και το δίκαιο. Ίσως να έκανε και μεγάλο κακό στις σχέσεις μας.


Εκεί που τα έθιμα άντεξαν στο χρόνο

Σήμερα στον Αστρομερίτη, το Ακάκι, την Περιστερώνα και σε άλλα χωριά της περιοχής της Ελεύθερης Μόρφου οι νοικοκυρές ετοιμάζουν νωρίς νωρίς τις φλαούνες και τα τσουρέκια. Όλη η οικογένεια μαζεύεται σιγά-σιγά στο παλιό οικογενειακό σπίτι της γιαγιάς και του παππού και στο φούρνισμα βρίσκουν όλοι το χρόνο ν' ανταλλάξουν δύο γλυκιές κουβέντες και να χαρούν τη διαδικασία των προετοιμασιών. Το ζύμωμα με το χέρι στο σπίτι ξυπνά τις καταβολές μας, μας δένει και μας ενώνει, μας κρατά ζωντανούς. Το ίδιο όμορφο μοτίβο συναντάται σε όλη την ελεύθερη Κύπρο στην Πιτσιλιά, τη Μαραθάσα, τα Κοκκινοχώρια, τη Λεμεσό και την Πάφο. Η παράδοση ασφυκτιά και θέλει να πάρει έκφραση.
Είναι η ζωντανή άμυνα του τόπου που ο εχθρός δεν μπόρεσε να ξεριζώσει, γιατί ο πολιτισμός αντέχει και ζει κάτω από τις ταφόπλακες των νεκρών μας.
Βίασαν, ξερίζωσαν, σκότωσαν και τώρα θέλουν να γίνουν συνέταιροι της Κύπρου. Παραδοξότητες που δεν αντέχουν στη βάσανο της ελληνικής φύτρας του τόπου. Αγαρηνούς και ξένους με την ψυχή της η πατρίδα θα τους εξεμέσει στις ακτές της όταν έρθει η ώρα.


Τα τσουρέκια

Τα τσουρέκια συνηθίζονταν τον περασμένο αιώνα πολύ και στον τόπο μας. Χάθηκαν, όμως, για κάποια χρόνια, για να επανέλθουν μετά από ισχυρή επίδραση από την ελεύθερη Ελλάδα. Οι ταξιδιώτες μας τα είδαν, τα έφεραν και οι μνήμες ξύπνησαν. Ναι, τα έφτιαχνε η γιαγιά μου, είπε η Κύπρια νοικοκυρά και τα έβαλε στο μενού της Ανάστασης.
Με μεράκι οι νοικοκυρές ετοιμάζουν τη ζύμη της φλαούνας λίγο πριν πάνε στη λειτουργία της αποκαθήλωσης. Ακολουθεί το άνοιγμα του φύλλου, η γέμιση της φλαούνας και το ψήσιμο στο φούρνο που άναψε με ξύλα. Τα ξύλα έχουν κι αυτά το συμβολισμό τους, σύμφωνα με τους λαογράφους μας. Η εξέλιξη έφερε το ψήσιμο της φλαούνας στις ηλεκτρικές κουζίνες και τους ηλεκτρικούς φούρνους. Η μυσταγωγία, όμως, εξακολουθεί η ίδια.
Θαυμάσια τα εδέσματα της Λαμπρής. Η φλαούνα μεγάλωσε γενιές ολόκληρες και συνόδευσε τους θεριστές στην πρώτη τους έξοδο λίγο μετά το Πάσχα. Η φλαούνα κακοψημένη αντέχει στο χρόνο. Στην Πάφο μάλιστα ετοιμάζουν και τις πασκιές που είναι φλαούνες με κατσικίσιο ή αρνίσιο κρέας. Κλειστό και ψημένο το κρέας στην παχιά ζύμη αντέχει αρκετές μέρες και αποτελεί θαυμάσιο έδεσμα για τους αγρότες μας.
Τα κυπριακά σπίτια έβαψαν κόκκινα τα αβγά σε ανάμνηση του αίματος που έτρεξε από την πλευρά του Χριστού μετά τη λόγχισή του από τους Ρωμαίους στρατιώτες. Συμβολίζουν ακόμη τα κόκκινα αβγά, το συμβολισμό του εβραϊκού Πάσχα, που με το αίμα του αρνιού σημάδευαν τις εξώπορτες. Ο Ιησούς, άλλωστε, τις μέρες του εβραϊκού Πάσχα μαρτύρησε όταν μπήκε στην αρχή ως λυτρωτής στην Ιερουσαλήμ και ύστερα οι αρχιερείς φοβήθηκαν την αίγλη του και ζήτησαν από τους Ρωμαίους να τον σταυρώσουν.


Τα σπίτια εκπέμπουν λαμπριάτικο χρώμα

Πάσχα και Άνοιξη πάνε μαζί και οι λαλέδες, οι λάζαροι, τα ριζάρια, τα φύλλα κρεμμυδιών και άλλα ήταν καλά υλικά για να έχει η κυπριακή οικογένεια κόκκινα αβγά. Αυτή η αλλαγή χρώματος είχε ισχυρό συμβολισμό και άλλαζε τη διάθεση, την έκανε γιορτινή και πιο αισιόδοξη. Κόκκινα αβγά και αβγοτές ήταν αυτά που έκαναν τα παιδιά πολύ χαρούμενα όταν πήγαιναν στην εκκλησία για τον Καλό Λόγο και την Ανάσταση. Στη μεγάλη πυρά της Λαμπρής έκαιγαν τους μάρτους, που τους φορούσαν στα χέρια από την πρώτη Μαρτίου, σαν πλεγμένες πολύχρωμες κλωστές. Το έκαναν για γούρι και για να βρουν, λέγει κάποια εκδοχή, μια όμορφη περδικούλα με τα περδικάκια της. Κυρίως, όμως, το κάψιμο του Μάρτη ή μάρτου στη φωτιά συμβολίζει τον εξορκισμό κάθε κακού.
Τα κυπριακά σπίτια βρίσκονται σε συναγερμό δημιουργίας, εκπέμποντας λαμπριάτικο χρώμα.
Κάτι ξέρει η Αργυρή Τσίγκη, που τα έκανε όλα σύμφωνα με την παράδοσή μας. Ψυχή η ίδια, της προσπάθειας αναβίωσης των εθίμων, έχει πολύ καλή συνεισφορά στα θέματα της ζωντανής μας ηθοπλασίας.
Παλαιότερα το Πάσχα αγόραζαν καινούργια ρούχα και παπούτσια για να πάνε αστραφτεροί στη Λειτουργία.
Και μια και η Ανάσταση συμπίπτει με τις πρώτες αγκινάρες της παλιάς κυπριακής ποικιλίας, γνωστά ήταν και τα κεράσματα στα καφενεία με τσίλιμα τη γλυκιά γεύση της «καυκαρούδας».

Πηγή: η Σημερινή

Παρασκευή 17 Απριλίου 2009

Η ΖΩΗ ΕΝ ΤΑΦΩ



ΣΤΑΣΙΣ ΠΡΩΤΗ

Η ζωή εν τάφω
κατετέθης, Χριστέ,
και αγγέλων στρατιαί εξεπλήττοντο,
συγκατάβασιν δοξάζουσαι την σήν.

Η ζωή πως θνήσκεις;
πώς και τάφω οικείς;
του θανάτου το βασίλειον λύεις δε
και του Άδου τους νεκρούς εξανιστάς.

Μεγαλύνομέν σε,
Ιησού Βασιλεύ,
και τιμώμεν την ταφήν και τα πάθη σου,
δι' ων έσωσας ημάς εκ της φθοράς.

Μέτρα γής ο στήσας,
εν σμικρώ κατοικείς,
Ιησού Παμβασιλεύ, τάφω σήμερον,
εκ μνημάτων τους θανόντας ανιστών.

Ιησού Χριστέ μου,
Βασιλεύ του παντός,
τι ζητών τοις εν τω άδη ελήλυθας;
ή το γένος απολύσαι των βροτών.

Ο Δεσπότης πάντων
καθοράται νεκρός,
και εν μνήματι καινώ κατατίθεται,
ο κενώσας τα μνημεία των νεκρών.

Η ζωή εν τάφω
κατετέθης, Χριστέ,
και θανάτω σου τον θάνατον ώλεσας
και επήγασας τω κόσμω την ζωήν.

Μετά των κακούργων
ως κακούργος, Χριστέ,
ελογίσθης δικαιών ημάς άπαντας,
κακουργίας του αρχαίου Πτερνιστού.

Ο ωραίος κάλλει
παρά πάντας βροτούς
ως ανείδεος νεκρός καταφαίνεται,
ο την φύσιν ωραΐσας του παντός.

Άδης πως υποίσει
παρουσίαν την σήν,
και μη θάττον συντριβείη σκοτούμενος,
αστραπής φωτός σου αίγλη τυφλωθείς;

Ιησού, γλυκύ μοι
και σωτήριον φως,
τάφω πως εν σκοτεινώ κατακέκρυψαι;
ω αφάτου και αρρήτου ανοχής!

Απορεί και φύσις,
νοερά και πληθύς,
η ασώματος, Χριστέ, το μυστήριον
της αφράστου και αρρήτου σου ταφής.

Ώ θαυμάτων ξένων!
ώ πραγμάτων καινών!
ο πνοής μοι χορηγός άπνους φέρεται,
κηδευόμενος χερσί του Ιωσήφ.

Και εν τάφω έδυς,
και των κόλπων, Χριστέ,
των πατρώων ουδαμώς απεφοίτησας
τούτο ξένον και παράδοξον ομού.

Αληθής και πόλου
και της γης Βασιλεύς,
ει και τάφω σμικροτάτω συγκέκλεισαι,
επεγνώσθης πάση κτίσει, Ιησού.

Σου τεθέντος τάφω,
πλαστουργέτα Χριστέ,
τα του Άδου εσαλεύθη θεμέλια,
και μνημεία ηνεώχθη των βροτών.

Ο την γην κατέχων,
τη δρακί νεκρωθείς,
σαρκικώς υπό της γης νυν συνέχεται,
τους νεκρούς λυτρών της Άδου συνοχής.

Εκ φθοράς ανέβη
η ζωή μου ευθύς,
Σου θανέντος και τω Άδη φοιτήσαντος,
Ιησού μου, του θανάτου συντριβή.

Ως φωτός λυχνία
νυν η σάρξ του Θεού,
υπό γην ως υπό μόδιον κρύπτεται,
και διώκει τον εν Άδη σκοτασμόν.

Νοερών συντρέχει
στρατιών η πληθύς,
Ιωσήφ και Νικοδήμω συστείλαί σε,
τον αχώρητον, εν μνήματι σμικρώ.

Νεκρωθείς βουλήσει
και τεθείς υπό γήν,
ζωοβρύτα Ιησού μου, εζώωσας
νεκρωθέντα παραβάσει με πικρά.

Ηλλοιούτο πάσα,
Ιησού, εν τω σώ
εκουσίω πάθει κτίσις, ως Λόγον Σε,
εγνωκυία εαυτής συνεκτικόν.

Της ζωής την πέτραν
ως βροτόν, Ιησου,
ο παμφάγος Σε φαγών Άδης ήμεσεν,
εξ αιώνος ους κατέπιε νεκρούς.

Εν καινώ μνημείω
κατετέθης, Χριστέ,
και την φύσιν των βροτών ανεκαίνισας,
αναστάς θεοπρεπώς εκ των νεκρών.

Επί γης κατήλθες
ίνα σώσης Αδάμ
και εν γη μη ευρηκώς τούτον, Δέσποτα,
μέχρις Άδου κατελήλυθας ζητών.

Συγκλονείται φόβω
πάσα, Λόγε, η γη
και Φωσφόρος τας ακτίνας απέκρυψε,
του μεγίστου γη κρυβέντος σου φωτός.

Ως βροτός μεν θνήσεις,
εκουσίως, Σωτήρ,
ως Θεός δε τους θνητούς εξανέστησας,
εκ μνημάτων και βυθού αμαρτιών.

Δακρυρρόους θρήνους
επί σε η Αγνή
μητρικώς, ω Ιησού, επιρραίνουσα,
ανεβόα πως κηδεύσω σε, Υιέ;

Ώσπερ σίτου κόκκος,
υποδύς κόλπους γης,
τον πολύχουν απεδέδωκας άσταχυν,
αναστήσας τους βροτούς τους εξ Αδάμ.

Υπό γην εκρύβης
ώσπερ Ήλιος νυν,
και νυκτί τη του θανάτου κεκάλυψαι
αλλ' ανάτειλον φαιδρότερον, Σωτήρ.

Ως ηλίου δίσκον
η σελήνη, Σωτήρ,
αποκρύπτει, και Σε τάφος νυν έκρυψεν,
εκλιπόντα τω θανάτω σαρκικώς.

Η ζωή θανάτου
γευσαμένη, Χριστός,
εκ θανάτου τους βροτούς ηλευθέρωσε,
και δωρείται πάση κτίσει την ζωήν.

Νεκρωθέντα πάλαι
τον Αδάμ φθονερώς
επανάγεις προς ζωήν τη νεκρώσει Σου,
νέος, Σώτερ, εν σαρκί φανείς Αδάμ.

Νοεραί σε τάξεις,
ηπλωμένον νεκρόν
καθορώσαι δι' ημάς εξεπλήττοντο,
καλυπτόμεναι ταις πτέρυξι, Σωτήρ.

Καθελών σε, Λόγε,
απο ξύλου νεκρόν,
εν μνημείω Ιωσήφ νυν κατέθετο.
Αλλ' ανάστα σώζων πάντας ως Θεός.

Των αγγέλων, Σώτερ,
χαρμονή πεφυκώς
νυν και λύπης τούτοις γέγονας αίτιος,
καθορώμενος σαρκί άπνους νεκρός.

Υψωθείς εν ξύλω
και τους ζώντας βροτούς
συνοψοίς υπό την γήν δε γενόμενος,
τους κειμένους υπ' αυτήν εξανιστάς.

Ώσπερ λέων, Σώτερ,
αφυπνώσας σαρκί,
ως τις σκύμνος ο νεκρός εξανίστασαι,
αποθέμενος το γήρας της σαρκός.

Την πλευράς ενύγης
ο πλευράν ειληφώς
του Αδάμ, εξ ής την Εύαν διέπλασας,
και εξέβλυσας κρουνούς καθαρτικούς.

Εν κρυπτώ μεν πάλαι
έθυον τον Αμνόν
σύ δ' υπαίθριος τυθείς, Ανεξίκακε,
πάσαν κτίσιν απεκάθηρας, Σωτήρ.

Τις εξείποι τρόπον,
φρικτόν! όντως καινόν;
ο δεσπόζων γαρ της κτίσεως σήμερον,
πάθος δέχεται και θνήσκει δι' ημάς.

Ο ζωής ταμίας
πως οράται νεκρός;
εκπληττόμενοι οι άγγελοι έκραζον
πως δ' εν μνήματι συγκλείεται Θεός;

Λογχονύκτου, Σώτερ,
εκ πλευράς σου ζωήν
τη ζωή, την εκ ζωής εξωσάση με
επιστάζεις και ζωοίς με σύν αυτή.

Απλωθείς εν ξύλω
συνηγάγου βροτούς
την πλευράν σου δε νυγείς την ζωήρρυτον,
πάσιν άφεσιν πηγάζεις, Ιησού.

Ο ευσχήμων, Σώτερ,
σχηματίζει φρικτώς,
και κηδεύει ως νεκρόν ευσχημόνως Σε,
και θαμβείταί σου το σχήμα το φρικτόν.

Υπό γην βουλήσει,
κατελθών ως θνητός,
επανάγεις απο γης προς ουράνια
τους εκείθεν πεπτωκότας, Ιησού.

Καν νεκρός ωράθης,
αλλά ζων ως Θεός,
νεκρωθέντας τους βροτούς ανεζώωσας,
τον εμόν απονεκρώσας νεκρωτήν.

Ω χαράς εκείνης!
ω πολλής ηδονής!
Ιησού, ης τους εν Άδη πεπλήρωκας,
εν πυθμέσι φως αστράψας ζοφεροίς.

Προσκυνώ το πάθος,
ανυμνώ την ταφήν
μεγαλύνω σου το κράτος, φιλάνθρωπε,
δι' ων λέλυμαι παθών φθοροποιών.

Κατά σου ρομφαία
εστιλβούτο, Χριστέ,
και ρομφαία ισχυρού μεν αμβλύνεται,
η ρομφαία δε τροπούται της Εδέμ.

Η αμνάς τον άρνα,
καθορώσα νεκρόν,
ταις αικίσι βαλλομένη ωλόλυζε
συγκινούσα και το ποίμνιον βοάν.

Καν ενθάπτη τάφω
καν εις Άδου μολή,
αλλά, Σώτερ, και τους τάφους εκένωσας
και τον Άδην απεγύμνωσας, Χριστέ.

Εκουσίως, Σώτερ,
κατελθών υπό γήν,
νεκρωθέντας τους βρούς ανεζώωσας
και ανήγαγες εν δόξη πατρική

Της Τριάδος πάθος
υπομένει, ο Είς,
επονείδιστον, αμνός ιλαστήριος
φρίξον ήλιος, και τρόμαξον η γη.

Ως πικράς εκ κρήνης,
της Ιούδα φυλής,
οι απόγονοι εν λάκκω κατέθεντο,
τον τροφέα μανναδότην Ιησούν.

Ο Κριτής εις δίκην
προ αδίκου κριτού,
και παρίστατο και θάνατον άδικον
κατεκρίθη διά ξύλου σταυρικού.

Μιαιφόνον έθνος,
αλαζών Ισραήλ,
τι παθών τον Βαραββάν ηλευθέρωσας;
τον Σωτήρα δε παρέδωκας σταυρώ;

Ο χειρί σου πλάσας
τον Αδάμ εκ της γής,
δι' αυτόν τη φύσει γέγονας άνθρωπος,
και εσταύρωσαι βουλήματι τω σω

Υπακούσας, Λόγε,
τω ιδίω Πατρί,
μέχρις Άδου του δεινού καταβέβηκας
και ανέστησας το γένος των βροτών.

Οίμοι, φώς του κόσμου!
οίμοι φως, το εμόν!
Ιησού μου ποθεινότατε έκραζεν,
η Παρθένος, θρηνωδούσα γοερώς.

Φθονερέ, ελάστορ,
φόνου πλήρης λαέ,
καν σινδόνας και αυτό το σουδάριον
ουκ αισχύνη, αναστάντος του Χριστού!

Δολοφόνε, δεύρο,
μιαρέ μαθητά,
και τον τρόπον της κακίας σου δείξον μοι,
δι' όν γέγονας προδότης του Χριστού.

Ως φιλάνθρωπός τις
υποκρίνη, μωρέ
και τυφλέ, πανωλεθρότατε άσπονδε,
ο το μύρον πεπρακώς διά τιμής.

Ουρανίου μύρου
ποίαν έσχες τιμήν;
του τιμίου τι εδέξω αντάξιον
λύσσαν εύρες, καταρώτατε Σατάν.

Ει λυπή το μύρον
και φιλόπτωχος εί,
εις εξίλασμα ψυχής νυν χεόμενον,
πως χρυσώ απεμπολείς τον φωταυγή;

Ώ Θεέ και Λόγε,
ω χαρά η εμή
πως ενέγκω σου ταφήν την τριήμερον;
νυν σπαράττομαι τα σπλάγχνα μητρικώς.

Τίς μοι δώσει ύδωρ
και δακρύων πηγάς,
η Θεόνυμφος Παρθένος εκραύγαζεν,
ίνα κλαύσω τον γλυκύν μου Ιησούν;

Ώ βουνοί και νάπται
και ανθρώπων πληθύς,
οίμοι! κλαύσατε και πάντα θρηνήσατε
συν εμοί τη του Θεού ημών Μητρί.

Πότε ίδω, Σώτερ,
σε το άχρονον φως,
την χαράν και ηδονήν της καρδίας μου;
η Παρθένος ανεβόα γοερώς,

Καν ως πέτρα, Σώτερ,
η ακρότομος σύ,
κατεδέξω την τομήν, αλλ' επήγασας,
ζων το ρείθρον, ως πηγή ων της ζωής.

Ως μιας εκ κρήνης,
τον διπλούν ποταμόν,
της πλευράς σου, προχεούσης αρδόμενοι,
την αθάνατον καρπούμεθα Ζωήν.

Θέλων ώφθης, Λόγε,
εν τω τάφω νεκρός,
αλλά ζής και τους βροτούς,ως προείρηται
τη εγέρσει σου, Σωτήρ μου, ανιστάς.

Ανυμνούμεν, Λόγε,
σε των πάντων Θεόν,
τω Πατρί και τω Αγίω σου Πνεύματι,
και δοξάζομεν την θείαν σου ταφήν.

Μακαρίζομέν σε,
Θεοτόκε Αγνή,
και τιμώμεν την ταφήν την τριήμερον
του Υιού σου και Θεού ημών πιστώς.

Η ζωή εν τάφω,
κατετέθης, Χριστέ,
και αγγέλων στρατιαί εξεπλήττοντο,
συγκατάβασιν δοξάζουσαι την σήν.

Ακούστε και απολαύστε μια μοναδική ερμηνεία από τον Πέτρο Γαϊτάνο εδώ.


Πέμπτη 16 Απριλίου 2009

ΜΕΓΑΛΗ ΠΕΜΠΤΗ

Tην Μεγάλη Πέμπτη αναβιώνονται στην Εκκλησία μας, τα γεγονότα της τελευταίας ημέρας της ζωής του Ιησού Χριστού στη Γη.

Όπως μας αναφέρουν τα Ευαγγέλια, ο Χριστός θέλησε πριν θυσιαστεί για την σωτηρία των ανθρώπων, να δειπνήσει για τελευταία φορά με τους μαθητές του. Ο δείπνος αυτός είναι ο γνωστός μας Μυστικός Δείπνος. Έλαβε χώρα σε ένα υπερώο (σε ένα πατάρι δηλαδή) κάποιου σπιτιού της Ιερουσαλήμ, στο οποίο κρυφά συνέφαγαν οι μαθητές και ο Ιησούς.

Πριν ξεκινήσει ο Δείπνος, ο Χριστός πήρε μια λεκάνη με νερό και έπλυνε τα πόδια των μαθητών του. Αυτό ήταν μια ενέργεια που έκαναν οι δούλοι της εποχής. Δηλαδή πριν από το φαγητό, έπλεναν τα πόδια των κυρίων τους. Με την πράξη του αυτή ο Ιησούς θέλησε να διδάξει τους μαθητές του και, μέσω αυτών, όλους τους ανθρώπους να είναι ταπεινοί και να υπηρετούν τους συνανθρώπους τους. Το γεγονός αυτό έχει λάβει στις μέρες μας το όνομα Ιερός Νιπτήρας. Σε πολλές περιοχές της χώρας μας, γίνεται αναπαράσταση του Ιερού Νιπτήρα το πρωί της Μεγάλης Πέμπτης.

Κατόπιν ο Ιησούς κατά την διάρκεια του Μυστικού Δείπνου, και αφού είχε αποχωρήσει ο Ιούδας, παρέδωσε στους μαθητές του, το Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας. Πρόσφερε άρτο λέγοντας: «λάβετε φάγετε τούτο εστί το σώμα μου» και κρασί «πίετε έξ αυτού πάντες τούτο γαρ εστί το αίμα μου το της καινής διαθήκης το περί πολλών εκχυνόμενον εις άφεσιν αμαρτιών». Η παράδοση της Θείας Ευχαριστίας τελείωσε με την εντολή: «τούτο ποιείτε εις την εμήν ανάμνησιν».
Μετά το πέρας του Μυστικού Δείπνου, ο Ιησούς και οι μαθητές του, μετέβησαν στο Όρος των Ελαιών. Εκεί ο Χριστός προσεύχεται στον Πατέρα του, και τελικά συλλαμβάνεται από τους Ρωμαίους, με την βοήθεια του Ιούδα.

Στον Εσπερινό της ημέρας έχουμε την Σταύρωση του Θεανθρώπου. Διαβάζονται τα 12 Ευαγγέλια που περιγράφουν τα Άγια Πάθη. Μετά το 5ο Ευαγγέλιο, βγαίνει ο Εσταυρωμένος. Στις εκκλησίες, όλο το βράδυ της Μεγάλης Πέμπτης μέχρι το πρωί της Μεγάλης Παρασκευής, παραμένουν κυρίως γυναίκες οι οποίες «μοιρολογούν», ψάλλοντας ύμνους, τον Χριστό. Σε πολλά μέρη, προετοιμάζουν τον στολισμό του Επιταφίου κατά την διάρκεια της νύχτας αυτής.

Στα σπίτια των Χριστιανών, την Μεγάλη Πέμπτη, βάφονται τα κόκκινα αυγά. Για τον λόγο αυτό, η ημέρα λέγεται και Κόκκινη Πέμπτη ή Κοκκινοπέφτη. Εκτός από τα αυγά, την μέρα αυτή, φτιάχνονται τα πασχαλινά κουλούρια και τα τσουρέκια. Σε πολλές περιοχές της Ελλάδας, οι Χριστιανοί κρεμούν κόκκινα πανιά στα παράθυρα των σπιτιών τους.

Πηγή: ο Χριστιανός Ορθόδοξος