Σάββατο 7 Αυγούστου 2010

Το χρονικό της τουρκανταρσίας

Το τουρκικό πραξικόπημα το 1963
Την ερχομένη Κυριακή 8 Αυγούστου, αναμένεται να περάσουν από τα κατεχόμενα και δια μέσου των ελεύθερων περιοχών στον τουρκικό θύλακα των Κοκκίνων, πέραν των 1.500 Τ/κυπρίων και εποίκων, για να γιορτάσουν τους βομβαρδισμούς της Τηλλυρίας του 1964. Η εγκληματική ανοχή της κυπριακής κυβέρνησης να αφήσει τα «αδέρφια» μας τους Τουρκοκύπριους να εορτάζουν την τουρκική επίθεση του 1964, λέει πολλά: Πόση αφέλεια διακατέχει τους κυβερνώντες μας; Εξ΄άλλου, καταδεικνύει την τουρκική οπτική της «επαναπροσέγγισης», κομμένη και ραμμένη στα τουρκικά σχέδια επικυριαρχίας της Κύπρου, που τέθηκαν σε εφαρμογή με τις εμπρηστικές βόβμες ναπάλμ, που κατέκαψαν την Τυλληρία το καλοκαίρι του 1964...

Μια στοιχειώδης αναδρομή στα γεγονότα του 1964, επιβάλλεται, προκειμένου να κατανοήσουμε ως Έλληνες το ρουν της ιστορίας της Κυπριακής Δημοκρατίας. Οι τουρκικοί βομβαρδισμοί της Τηλλυρίας δεν αποτελούν ανεξάρτητο γεγονός, ούτε από τις καταστατικές αρχές του Ζυριχικού Καθεστώτος του 1960, ούτε από την τουρκική εισβολή στην Κερύνεια το 1974. Και βέβαια, δεν είναι άσχετο με τις σημερινές εξελίξεις και τις προσπάθειες αναβάθμισης και τελικής αναγνώρισης του τουρκικού ψευδοκράτους.

Οι Συμφωνίες της Ζυρίχης – Λονδίνου, που ανάγκασαν τον Αρχηγό Διγενή να κηρύξει την κατάπαυση του πυρός της ΕΟΚΑ, προνοούσαν ισχυρά συνταγματικά και διοικητικά υπερπρονόμια της τουρκικής μειονότητας, ενώ ιδιαίτερα, η Συνθήκη Εγγυήσεως, καθιστούσε την Τουρκία Εγγυήτρια Δύναμη της Ανεξαρτησίας της Κυπριακής Δημοκρατίας...

Εφ΄όσον πολύ νωρίς, οι διχοτομικές ρήτρες του Ζυριχικού Καθεστώτος απέτρεψαν την ομαλή λειτουργία του νεοσύστατου κυπριακού κράτους, ενώ οι Τ/κύπριοι αρνούντο να πληρώνουν φορολογία και δεν υπερψήφιζαν τον οικονομικό προϋπολογισμό, ο Πρόεδρος Μακάριος στις 30 Νοεμβρίου 1963 πρότεινε την τροποποίηση των 13 προβληματικών σημείων του Συντάγματος στον ηγέτη των Τ/κυπρίων και αντιπρόεδρο του κράτους, Κουτσούκ, ο οποίος απέρριψε την πρόταση. Οι τ/κυπριακοί σχεδιασμοί για διάλυση του κυπριακού κράτους εφαρμόστηκαν το Δεκέμβριο του 1963, με την πρόκληση επεισοδίων στη Λευκωσία, την ανταλλαγή πυροβολισμών και τη γενίκευση των ταραχών σε όλες τις πόλεις της Κύπρου.

Οι Τ/κύπριοι κατάφεραν να δημιουργήσουν θύλακες στη Λ/σία, Αμμόχωστο, Πάφο, Μανσούρα και κατέλαβαν το στρατηγικό κάστρο του Αγ. Ιλαρίωνα στον Πενταδάκτυλο. Περίπου 25.000 Τ/κύπριοι μετακινήθηκαν προς αμιγείς τουρκικές περιοχές, συμβάλλοντας στο γεωγραφικό διαχωρισμό, συστατικό στοιχείο της μελλοντικής γεωγραφικής διχοτόμησης... Επίσης, οι Τ/κύπριοι παραιτήθηκαν από το Υπουργικό Συμβούλιο, τη Βουλή και από τις υπόλοιπες κυβερνητικές θέσεις, κλείστηκαν στην τουρκική συνοικία της Λευκωσίας και άρχισαν να οργανώνονται για την ίδρυση ξεχωριστού κράτους.

Στα τέλη Δεκεμβρίου 1963 η στρατιωτική δύναμη των Ε/κυπρίων ανερχόταν σε 1.500-2.000 άνδρες, εκ των οποίων οι 450 ήταν μέλη του Κυπριακού στρατού. Οι Τ/κύπριοι ανέρχονταν σε 2.000-3.500 μαχητές της ΤΜΤ με Τούρκους αξιωματικούς από την Τουρκία. Αργότερα, στις 12 Απριλίου 1963 θα φτάσει στην Κύπρο ο Υπαρχηγός του Τουρκικού Γενικού Επιτελείου με ανώτατους αξιωματικούς και των τριών όπλων, και θα μελετήσουν τις προσφερόμενες ακτές απόβασης.

Στις 30 Δεκεμεβρίου 1963 υπογράφτηκε από το Μακάριο και την ηγεσία των Τ/κυπρίων, και μονογράφτηκε από τους πρέσβεις Ελλάδος, Τουρκίας και Βρετανίας, η διχοτόμηση της Λ/σίας με την Πράσινη Γραμμή, που χώρισε την τουρκική συνοικία από την ελληνική. Το ίδιο έγινε και σε άλλες πόλεις της Κύπρου. Η υπογραφή αυτής της Συμφωνίας κρατήθηκε μυστική για πολλούς μήνες, ενώ οι Τούρκοι πέτυχαν τον κυβερνητικό, διοικητικό, κοινωνικό και φυλετικό διαχωρισμό τους από τους Έλληνες.

Η αμυντική οργάνωση των Ελλήνων.

Το Μάρτιο του 1964 αρχίζουν νέες επιθέσεις των Τούρκων σε διάφορα μέρη της Νήσου. Στις 7 Μαρτίου Τ/κύπριοι εξαπέλυσαν επίθεση από την τουρκική συνοικία της Πάφου προς την αγορά και έθεσαν υπό τον έλεγχό τους σημαντική έκταση μέσα στην πόλη. Σκότωσαν 7 Έλληνες, τραυμάτισαν 34 και συνέλαβαν 350 ως ομήρους! Σε αντεπίθεση εθελοντών της Εθνοφρουράς στις 9 Μαρτίου ανακατέλαβαν την περιοχή. Στις 13 Μαρτίου 1964 η Άγκυρα με τελεσίγραφό της προς το Μακάριο προειδοποιούσε ότι θα επενέβαινε την επομένη για την προστασία των Τ/κυπρίων. Η ελλαδοκυπριακή ηγεσία, σε συνεννόηση, απορρίπτει την τουρκική διακοίνωση.

Έτσι, σε πολιτικοστρατιωτική σύσκεψη στην Αθήνα αποφασίζεται η ίδρυση του Ειδικού Μικτού Επιτελείου Κύπρου (ΕΜΕΚ), υπό τη διοίκηση του Στρατηγού Γρίβα, για την εφαρμογή σχεδίου μυστικής στρατιωτικής ενίσχυσης της Κύπρου (σε συνεργασία με τους Υπ. Άμυνας Π. Γαρουφαλιά, τον Κύπριο πρέσβη Νίκο Κρανιδιώτη και τον εφοπλιστή Ανδρέα Ποταμιάνο).

Η κάθοδος της Μεραρχίας άρχισε την άνοιξη του 1964. Παράλληλα, στην Ελλάδα άρχισε σε στρατόπεδα η εκπαίδευση στα όπλα 800 περίπου Κυπρίων φοιτητών. Τον Απρίλιο του 1964, βάσει του σχ. Άμυνας Κύπρου του Διγενή, ιδρύθηκε η Εθνική Φρουρά, τη διοίκηση της οποίας ανέλαβε ο στρατηγός ε.α. Γιώργος Καραγιάννης. Η υποχρεωτική κατάταξη άρχισε στις 2 Ιουνίου. Μέχρι την 1η Ιουνίου 1964 η συνολική δύναμη του Ελληνικού Στρατού στην Κύπρο είχε φθάσει τις 4.500 οπλίτες και 350 αξιωματικούς.

Στις 23 Απριλίου 1964 η Κυπριακή Κυβέρνηση (χωρίς την έγκριση των Αθηνών) διέταξε στρατιωτική επιχείρηση στον Πενταδάκτυλο, ανατολικά προς την Άσπρη Μούττη και δυτικά προς το Φρούριο το αγ. Ιλαρίωνα. Παρ’όλο που οι ε/κυπριακές δυνάμεις πέτυχαν ανακατάληψη αρκετών τουρκικών θέσεων, και ανάγκασαν τους Τούρκους σε υποχώρηση, το φρούριο του αγ. Ιλαρίωνα παρέμεινε απόρθητο. Στις 25 Απριλίου η κυπριακή κυβέρνηση διέταξε κατάπαυση του πυρός. Μετά τις επιχειρήσεις της ΕΦ στον Πενταδάχτυλο, η Τουρκία κοινοποίησε στη Βρετανία και τις ΗΠΑ την απόφασή της να επέμβει στρατιωτικά στην Κύπρο. Ο Πρωθυπουργός Ινονού επιβεβαίωσε στον Αμερικανό πρέσβη Raymond Hare ότι στις 5 Ιουνίου ο Κουτσούκ θα ανακήρυσσε τμήμα της Κύπρου τουρκικό και ταυτόχρονα τουρκικές δυνάμεις θα το υποστηριζαν. Τελικά, η ειβολή του Ιουνίου του 1964 ματαιώθηκε, λόγω της αποφασιστικότητας των ΗΠΑ να μη ξεσπάσει ελληνοτουρκικός πόλεμος και για να μήν προκληθεί ρήξη στην ανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ. Επίσης, λόγω του κινδύνου της σοβιετικής επέμβασης στο Κυπριακό.


Η Τουρκία βομβαρδίζει την Κύπρο


Τα νέα σχέδια αμυντικής θωράκισης της Κύπρου επεξεργάστηκε ο Στρατηγός Γρίβας την άνοιξη του 1964. Η ελληνική κυβέρνηση εγκατέστησε 4 ραντάρ για την παρακολούθηση των τουρκικών ναυτικών κινήσεων. Επίσης τα περιπολικά ΑΡΙΩΝ και ΦΑΕΘΩΝ, με ναυτική βάση την Κερύνεια περιόρισαν τους ανεφοδιασμούς των Τ/κυπρίων σε όπλα από τη βόρεια θάλασσα της Κύπρου. Ο Διγενής τέθηκε υπό τις διαταγές του Γενικού Επιτελείου Στρατού (Γ.Ε.Σ.), διοριζόμενος ως αρχηγός της ΑΣΔΑΚ (Ανωτάτης Στρατιωτικής Διοίκησης Αμύνης Κύπρου). Η διάταξη των τμημάτων της ΕΛΔΥΚ και της Μεραρχίας θα γινόταν βάσει του σχεδίου αμύνης του Γρίβα.

Τον Ιούλιο του 1964 η Ελληνική Δύναμη στην Κύπρο ήταν 7.328 οπλίτες και 957 αξιωματικοί, Επίσης, άρχισε η κατασκευή οχυρωματικών έργων. Η μόνη σοβαρή αμυντική αδυναμία ήταν η έλλειψη αεροπορικής υποστήριξης.

Η περιοχή της Μανσούρας-Κοκκίνων ήταν νευραλγικής σημασίας για τους Τούρκους, επειδή τους έδινε πρόσβαση προς τη θάλασσα (παραλαβή οπλισμού από την Τουρκία, αποβιβασμός Τούρκων αξιωματικών, μελλοντική χρήση ως προγεφύρωμα απόβασης τουρκικού στρατού). Στις 9 Ιουλίου 1964 οι Τούρκοι προωθήθηκαν αρκετά χιλιόμετρα νότια της περιοχής που ήλεγχαν, καταλαμβάνοντας το στρατηγικής σημασίας ύψωμα Λωρόβουνο. Στη συνεδρία του Υπουργικού Συμβουλίου της 6ης Αυγούστου πάρθηκε η απόφαση να ξεκαθαρίσει η κατάσταση. Την επομένη, 7 Αυγούστου ο Γρίβας διέταξε επίθεση στο ύψωμα Λωρόβουνο. Η κατάληψη του Λωρόβουνου πραγματοποιήθηκε το πρωί της επομένης, 8 Αυγούστου, από μοίρα καταδρομών του ταγματάρχη Γεώργιου Καρούσου και απ’ εκεί οι άνδρες του Καρούσου συνέχισαν την ανακατάληψη εδαφών, προς το παραλιακό χωριό Κόκκινα. Παράλληλα το 206 ΤΠ, με διοικητή το Νικόλαο Ντερτιλή, έθεσε υπό τον έλεγχό του τη Μανσούρα.

Το απόγευμα της 8ης Αυγούστου 1964 τουρκικά πολεμικά αεροπλάνα άρχισαν να βομβαρδίζουν τις ελληνικές θέσεις στην Τηλλυρία, για πάνω από δυο ώρες, με βόμβες ναπάλμ, που έκαιγαν τα πάντα. Κτυπήθηκαν όχι μόνο στρατιωτικοί στόχοι, αλλά και άμαχος πληθυσμός. Κατά την επιδρομή κτυπήθηκαν δυο κυπριακά περιπολικά σκάφη, που έβαλλαν εναντίον των τουρκικών φυλακίων στην περιοχή Μανσούρας και Κοκκίνων από τη θάλασσα. Οι επιδρομές των τουρκικών αεροπλάνων λάμβαναν χώρα στα β/δυτικά παράλια της Κύπρου σε μια ζώνη απόστασης 60 χλμ, αναγκάζοντας τον άμαχο πληθυσμό να καταφύγει σε σπήλαια στις παρυφές του Τροόδους.

Σύμφωνα με επίσημη ανακοίνωση της κυβέρνησης, κατά τις μάχες της Μανσούρας και τους βομβαρδισμούς σκοτώθηκαν 53 Ε/κύπριοι και Ελλαδίτες (25 στρατιωτικοί και 28 πολίτες) και τραυματίστηκαν 125 (69 στρατιωτικοί και 56 πολίτες).

Το απόγευμα της 9ης Αυγούστου, σε σύσκεψη στην Αθήνα, η ελληνική κυβέρνηση αποφασίζει την είσοδο σε ελληνοτουρκικό πόλεμο αναλαμβάνοντας στρατιωτική επιχείρηση στο προγεφύρωμα της Μανσούρας και αποστέλλοντας στην Κύπρο ελληνικά μαχητικά αεροπλάνα.

Όμως το βράδυ, το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ διατάσσει κατάπαυση του πυρός και από τις δυο πλευρές και ο Υπ. Άμυνας Πέτρος Γαρουφαλιάς ακύρωσε τις διαταγές για εκκαθάριση της περιοχής των Κοκκίνων.

Οι τουρκικές προκλήσεις συνεχίστηκαν στις 10 και 11 Αυγούστου με τη ρίψη όλμων από τα Κόκκινα και το πολυβολισμό από τουρκικά αεροπλάνα της Πόλης Χρυσοχούς. Παρά τις εκκλήσεις του Διγενή και του Υπουργού Εσωτερικών και Άμυνας, Πολύκαρπου Γιωρκάτζη, ο Γαρουφαλιάς αρνήθηκε την έναρξη επιχειρήσεων.

Ο τραγικός επίλογος του Αυγούστου του 1964, δεν ήταν μόνο ο φόρος αίματος των Ελλήνων για αντίσταση στα τουρκικά πραξικοπηματικά και διχοτομικά σχέδια. Παρά τη δημιουργία προγεφυρώματος για μελλοντική τουρκική εισβολή, η ελληνική απάντηση στην Άμυνα της Κύπρου ήταν άμεση, καθώς η κυβέρνηση Παπανδρέου (σε αντίθεση με τον Καραμανλή), μερίμνησε για την αποστολή μιας ολόκληρης μεραρχίας στην Κύπρο.

Ο Αύγουστος του 1964 δεν επεφύλλασε μόνο στρατιωτικά γεγονότα, αλλά και διπλωματικές εξελίξεις, με αποκορύφωμα την επεξεργασία των Νατοϊκών σχεδίων Άτσεσον, που προνοούσαν την Ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα, με διοικητικά ανταλλάγματα στους Τ/κυπρίους. Αν και πολλοί υποστηρίζουν ότι τα σχέδια Άτσεσον ήταν μια πραγματική ευκαιρία για λύση του Κυπριακού, η ιστορία καταγράφει μια άλλη μοναδική πολιτική διέξοδο για δικαίωση των Ελλήνων της Κύπρου στις 21 Αυγούστου 1964: το ελληνικό σχέδιο μονομερούς Ενώσεως της Κύπρου με την Ελλάδα, που είχε την αμερικανική παρότρυνση και τη βρετανική συγκατάθεση, κατατέθη από τον Υπουργό Άμυνας Πέτρο Γαρουφαλιά στο Προεδρικό Μέγαρο:

«Η Κυπριακή Βουλή θα αποφασίσει την Ένωση και η Ελληνική Βουλή να το αποδεχθεί. Η ελληνική κυβέρνηση θα εγγυάται την προστασία των Τ/κυπρίων. Δε θα γίνει στρατιωτική ενέργεια εναντίον της ΤΟΥΡΔΥΚ ή των θυλάκων. Οι Κύπριοι βουλευτές θα εισέλθουν στην ελληνική Βουλή ως Έλληνες βουλευτές. Κύπριοι υπουργοί θα εισέλθουν ως Έλληνες Υπουργοί. Θα ακολουθήσουν γενικές εκλογές, καθ’ όλη την ελληνική επικράτεια, πλέον και της Κύπρου, προς ανάδειξη μιας νέας Ενιαίας Βουλής. Την ημέρα της κήρυξης της Ένωσης θα έρθουν συμπληρωματικές στρατιωτικές ενισχύσεις από την Ελλάδα για τυχόν τουρκικές αντιδράσεις. ΗΠΑ και Βρετανία θα συγκρατήσουν την Τουρκία».

Το ελληνικό σχέδιο Ενώσεως ήταν προϊόν απόφασης του Συμβουλίου του Στέμματος στις 20 Αυγούστου 1964 στο Καστρί, με την υποστήριξη της ελλαδικής αντιπολίτευσης, του Βασιλιά και του Κύπριου Υπουργού Εξωτερικών Κυπριανού. Το σχέδιο όμως, δεν τέθηκε ποτέ σε εφαρμογή. Στις 21 Αυγούστου 1964 ο Κύπριο Πρόεδρος, Αρχιεπίσκοπος Μακάριος απέρριψε το ελληνικό σχέδιο Ενώσεως και ο Ελλαδίτης Υπουργός Άμυνας Πέτρος Γαρουφαλιάς αναχώρησε για την Αθήνα...

Ο επόμενος σταθμος της Κυπριακής κρίσης θα καταγραφεί στη Κοφίνου το 1967, με το τουρκικό τελεσίγραφο στην ελληνική Χούντα, την ανάκληση του Διγενή, του εμπνευστή και Αρχηγού της Κυπριακής Άμυνας πίσω στην Αθήνα, και τη ντροπιαστική απόσυρση της ελληνικής Μεραρχίας από τη Μεγαλόνησο. Οι κερκόπορτες στον Αττίλα έχουν ήδη ανοίξει...

ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ